Του Στέλιου Αρβανιτίδη
Ένας από τους λίγους ευρωπαϊκούς δείκτες που αντικατοπτρίζουν στοιχεία του βιοτικού επιπέδου, όπου η Ελλάδα δεν βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις, είναι εκείνος της ιδιοκατοίκησης. Για την ακρίβεια, η χώρα βρίσκεται λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (75% για την Ελλάδα και 70% για την Ε.Ε. με στοιχεία του 2019, σύμφωνα με τη Eurostat) παρά το γεγονός ότι τις τελευταίες 2 δεκαετίες όλο και περισσότεροι κάτοικοι της χώρας βρίσκονται στο ενοίκιο.
Παρόλα αυτά, το ποσοστό αυτό προδίδει πως υπάρχουν ακόμη περιουσιακά στοιχεία διαμοιρασμένα σε μια κατακερματισμένη ελληνική κοινωνία, τα οποία δεν κατέρρευσαν εντελώς μετά από μία δεκαετία σκληρής λιτότητας και διαδοχικών μνημονίων. Αυτό φαίνεται να μην αρέσει και πολύ στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Αρχής γενομένης από το μήνα που διανύουμε, μπαίνει σε ισχύ ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας. Εγκαινιάζεται δηλαδή η περίοδος στην οποία όχι μόνο παύει να προστατεύεται η πρώτη κατοικία, αλλά νομοθετείται η βίαιη εκποίησή της προς όφελος των funds στα οποία ανήκουν τα ελληνικά κόκκινα δάνεια. Δεν είναι, βέβαια, καινοτομία της ΝΔ, αφού ο Νόμος Κατσέλη έχει πάψει να ισχύει ήδη από το Φεβρουάριο του ’19. Καινοτομία είναι αφενός ότι κατά το νέο πλαίσιο είναι δυνατό να πτωχεύσει ένας ιδιώτης, σαν να μιλούσαμε για εταιρεία, αφετέρου ότι το ελληνικό κράτος διασφαλίζει τα κέρδη των παραπάνω funds.
Η κυβέρνηση, με οργουελική έμπνευση, βάφτισε δεύτερη ευκαιρία την πτώχευση, με τη λογική ότι κατάσχοντας η τράπεζα το σπίτι όποιου αδυνατεί να αποπληρώσει το στεγαστικό δάνειο, ακολουθεί διαγραφή χρεών. Δε χρειάζεται να είναι οικονομολόγος κανείς για να καταλάβει ότι αυτό που στην πραγματικότητα ακολουθεί είναι η εισαγωγή στη «μαύρη λίστα» του τραπεζικού συστήματος, άρα η πλήρης αδυναμία για νέο δανεισμό στο μέλλον, είτε για στεγαστικούς, είτε για επιχειρηματικούς σκοπούς. Την ίδια στιγμή η πρώτη κατοικία ανήκει στην τράπεζα.
Μία ακόμη εξαιρετική καινοτομία αφορά την υποχρεωτικότητα. Από τη στιγμή που ένας ιδιώτης με κόκκινο δάνειο πληροί τα κριτήρια, θα πρέπει να υποβάλλει αίτημα στην τράπεζα για συμβιβασμό. Η υποχρεωτικότητα αφορά όμως τη μία πλευρά. Γιατί η τράπεζα όχι μόνο δεν είναι υποχρεωμένη να δεχθεί το αίτημα, αλλά ούτε καν να απαντήσει σε αυτό. Και στην περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία του εν λόγω ιδιώτη δεν επαρκούν, το fund που κατάσχει την πρώτη κατοικία στρέφεται εναντίον του εγγυητή του δανείου. Με ένα σμπάρο – ένα χρέος, δυο τριγώνια – δύο πτωχεύσεις.
Ωραία μέχρι τώρα με τα χατίρια στα funds. Πάμε και στο καλύτερο. Υποτίθεται πως με το νέο νόμο σταματούν οι εξώσεις. Το σπίτι του πτωχευμένου έρχεται στα χέρια του fund για 12 χρόνια και ο πτωχευμένος γίνεται ενοικιαστής στο σπίτι που του άνηκε, μάλιστα με επιδότηση του ενοικίου από το κράτος. Με το πέρας της 12ετίας ο πτωχευμένος έχει τη δυνατότητα επαναγοράς του σπιτιού του.
Το κράτος, αντί να επιδοτήσει την αποπληρωμή του δανείου (ή το κούρεμά του) και να αποτρέψει την εκποίηση της πρώτης κατοικίας, επιλέγει να επιδοτήσει τα κέρδη του fund. Η μέλλουσα επαναγορά, αν γίνεται, θα γίνεται στην πλήρη αξία του σπιτιού – χωρίς απόσβεση των έως τότε δόσεων του δανείου, ούτε των ενοικίων της 12ετίας. Ο τρόπος αυτός, της μεταφοράς πλούτου σε τραπεζικά funds δεν έχει προηγούμενο. Τα κέρδη των ίδιων funds έχει, βέβαια, ήδη διασφαλίσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη τη στιγμή που εισήγαγε το σχέδιο «Ηρακλής», προβλέποντας αποζημίωση τους με έως και 12 δις. ευρώ, από τις τσέπες των φορολογουμένων, σε περίπτωση που οι πλειστηριασμοί δεν πάνε κατ’ ευχή.
Πρόκειται για μεροληψία ολκής κατά όσων, μετά από μία δεκαετία πλήρους κατάρρευσης εισοδημάτων και βιοτικού επιπέδου, είναι αδύναμοι να αποπληρώσουν τα δάνεια τους, με παράλληλη ασυλία για τις τράπεζες που αποκόμιζαν κέρδη από αυτά. Θα έλεγε κανείς, πως στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς και οι τράπεζες πουλώντας δάνεια – όπως και οι δανειολήπτες αγοράζοντάς τα – αναλάμβαναν ρίσκο. Όμως το ελληνικό κράτος δεν προτίθεται να τις αφήσει να πληρώσουν γι’ αυτό – στο όνομα της ελεύθερης αγοράς.
Πριν από ένα χρόνο, έγινε στη Βουλή δια στόματος Βαρουφάκη μία πολύ σοβαρή καταγγελία. Ότι στα funds που αγόρασαν τα κόκκινα δάνεια, και τα οποία διασφάλισαν τα κέρδη τους απομυζώντας μέχρι και τα έσχατα της περιουσίας των πολιτών, συμμετέχει η οικογένεια Μητσοτάκη – και ότι η ίδια έχει άμεσο όφελος από το ξεσπίτωμα των οφειλετών. Μια καταγγελία η οποία ούτε απαντήθηκε, ούτε διερευνήθηκε ποτέ.
Είτε πρόκειται να κερδίσει η ίδια η οικογένεια που μας κυβερνά, είτε οι κολλητοί της, είτε η παρασιτική επιχειρηματική τάξη που εκπροσωπεί, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Στην Ελλάδα που μας επιφυλάσσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν υπάρχει χώρος για μικρούς, μεσαίους και φιλόδοξους. Δεν υπάρχει χώρος για αδύναμους, ούτε και δυνατότητα να ξανασταθούν στα πόδια τους. Υπάρχει το δίκαιο του ισχυρού και ένα κράτος στην υπηρεσία των φίλων του Μαξίμου.